.

Τετάρτη 25 Απριλίου 2018

Guy Debord: "Η κοινωνία του Θεάματος"
pic by The Style Files
  Φέτος συμπληρώνεται μισός αιώνας από την εξέγερση του Μάη του 1968 στο Παρίσι. Έναν χρόνο πριν από το διονυσιακό ξέσπασμα της σπουδάζουσας παριζιάνικης νεολαίας, το οποίο ακολούθησε αργοπορημένη, ως συνήθως, η εργατική τάξη, είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο "Η κοινωνία του θεάματος" του Γάλλου στοχαστή Γκι Ντεμπόρ. «Γιορτάζει» κι αυτό φέτος από μια άποψη.
  Εδώ και μισό αιώνα, το συγκεκριμένο βιβλίο πυροδοτεί τη φαντασία και κινητοποιεί τη βούληση
εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που οραματίζονται μια άλλη κοινωνία, λιγότερο ιεραρχική και «θεαματική» από την παρούσα, όπου το ατομικό και το κοινωνικό αίρουν τις αντιθέσεις τους και συντίθενται ξεπερνώντας (και καταργώντας βέβαια…) την έννοια της καπιταλιστικής εξουσίας.
Ενάντια σε όλους τους -ισμούς
  Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι από τους αναγνώστες του Διάστιχου έχουν έρθει σε επαφή με το ρηξικέλευθο αυτό βιβλίο κι έχουν εκτεθεί στο εκτυφλωτικό φως της σκέψης του Γάλλου διανοητή. Γι΄ αυτούς η επανέκδοση του βιβλίου έχει κυρίως εκδοτικό ενδιαφέρον, μιας και προτείνει μια νέα μετάφραση του Γιώργου- Ίκαρου Μπαμπασάκη.
  Για τους υπόλοιπους, αυτούς που δεν έτυχε να διαβάσουν ή είναι πολύ νεότεροι για να γνωρίζουν τον Ντεμπόρ και την τολμηρή σκέψη του, εδώ έχουμε μια καλή ευκαιρία –την καλύτερη, νομίζω– για γνωριμία με ένα από τα πιο ελεύθερα πνεύματα 20ού αιώνα. Εδώ έχουμε μια από τις πλέον βιτριολικές κριτικές ενάντια στον καπιταλισμό αλλά και τον μαρξισμό, την εξουσία σε κάθε της μορφή, την αυθεντία σε κάθε της εκδοχή και το θέαμα σε όλο το εύρος του.
  Το βιβλίο είναι διαρθρωμένο σε «θέσεις», έχει δηλαδή μια μορφή μανιφέστου που συνάδει με το συνολικό ύφος του Ντεμπόρ: μικρά κείμενα λίγων γραμμών το καθένα, πυκνογραμμένα, χωρίς πολλά σημεία στίξης, τα οποία ακολουθούν το ένα το άλλο σαν «συνθήματα» μιας επαναστατικής γραφομηχανής ή σαν «κωδωνοκρουσίες» μιας καμπάνας εξέγερσης – η αλήθεια είναι ότι η καμπάνα του Ντεμπόρ ήχησε εντυπωσιακά στο μεταπολεμικό Παρίσι κι αναστάτωσε αμφότερες την αστική και την εργατική τάξη.
  Στο μικρό αυτό βιβλίο, ο Ντεμπόρ ξεκινά ρίχνοντας ματιές στο παρελθόν του εργατικού κινήματος κι αφού διατυπώσει μια κριτική στον καπιταλισμό και το κεφάλαιο ως κύρια έκφρασή του, δεν αφήνει ασχολίαστη στη συνέχεια καμία από τις απελευθερωτικές ιδεολογίες που ξεπήδησαν από τον Διαφωτισμό. Αυτό που τον φέρνει σε σχετικά πλεονεκτική θέση σε σχέση με όλους όσους κριτικάρει είναι ότι ο ίδιος, γράφοντας εν έτει 1967, γνωρίζει πολύ καλά τι έχει συμβεί στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα (ήττα στη Γερμανία), τη σοσιαλδημοκρατία (ήττα στη Γαλλία), τον αναρχισμό (ήττα στην Ισπανία) και φυσικά τον υπαρκτό σοσιαλισμό (ήττα… παντού).
  Για τον Ντεμπόρ ο λενινισμός μετατράπηκε στο «επάγγελμα της απόλυτης διεύθυνσης της κοινωνίας», ο σταλινισμός γι’ αυτόν είναι «συγκεντρωμένο θεαματικό»· ειρωνεύεται τους ανά τον κόσμο κομμουνιστές που καταγγέλλουν τον Στάλιν που οι ίδιοι επέτρεψαν να επιβληθεί. Ούτε ο αναρχισμός όμως ξεφεύγει της κριτικής του Ντεμπόρ, καθώς τον θεωρεί μια «ιδεολογική εξουσία» η οποία, όπως και η σοσιαλιστική/μαρξιστική, απέτυχε.
Το θέαμα πέρα από το κεφάλαιο
  Παρ’ όλα αυτά, η Κοινωνία του θεάματος δεν είναι ένα σχόλιο πάνω στην ήττα και όσοι πιάσουν στα χέρια τους το βιβλίο του Ντεμπόρ δε θα το κάνουν για να διαβάσουν άλλη μια κριτική στον λενινισμό, τον σταλινισμό, τον αναρχισμό. Θα το διαβάσουν για την ελπιδοφόρα διέξοδο που δείχνει στο μαχόμενο προλεταριάτο.
  Ο Ντεμπόρ επιχειρεί να διατυπώσει από την πλευρά του μια νέα απελευθερωτική πρόταση, χρησιμοποιώντας ως κλειδί στη σκέψη του την έννοια του «θεάματος», η οποία θεωρείται η μεγαλύτερη θεωρητική κληρονομιά του Γάλλου. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ντεμπόρ, το «θέαμα» είναι μια ανώτερη μορφή του κεφαλαίου (έτσι όπως το περιγράφει η μαρξιστική εκδοχή), είναι, όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, «η διπλωματική εκπροσώπηση της ιεραρχικής κοινωνίας». Ο Ντεμπόρ αναλύει το «θέαμα» με όρους εμπορεύματος πηγαίνοντας πέρα από τον μαρξισμό και θα το κάνει αυτό πατώντας στο έργο των κλασικών, οι οποίοι είναι παρόντες πάντα στις αναλύσεις του για τον κοινωνικό σχηματισμό, την κυκλική οικονομία, τη γέννηση της πολιτικής εξουσίας κ.ά.
  Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο Γκι Ντεμπόρ δεν είναι ούτε ο πρώτος ούτε φυσικά ο μόνος θεωρητικός που έσκυψε με τόσο ενδιαφέρον στη «θεαματική» πλευρά του καπιταλισμού. Ο Γάλλος, όμως, πρώτος περιέγραψε με εξαιρετική ενάργεια τον τρόπο με τον οποίο το θέαμα εμφιλοχωρεί στα κύτταρα της ανθρώπινης κοινωνίας και επιφέρει την (καταστροφική) μετάλλαξή τους. Το θέαμα για τον Ντεμπόρ είναι μια επικίνδυνη νεοπλασία που κατατρώγει το μιτοχόνδριο της ανθρώπινης υπόστασης.
  Στο πλαίσιο αυτό, θα βρει την ευκαιρία να γράψει για τις διάφορες μορφές που λαμβάνει το θέαμα στον μεταπολεμικό καπιταλισμό. Υπέροχη είναι η ανάλυσή του για τα pins και τα μπρελόκ –των επιχειρήσεων, των κομμάτων, των γεγονότων όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες κ.ά.–, τα οποία αντιμετωπίζει ως σύγχρονα φετίχ και τα αποκαλεί ειρωνικά «συγχωροχάρτια του εμπορεύματος», θεωρώντας πως η ανταλλαγή τους είναι μια φρενήρης έκσταση που προκαλεί ο φετιχισμός του εμπορεύματος.
Για το ξεπέρασμα της τέχνης

   Ο Ντεμπόρ δε θεωρητικολογεί απλώς. Ξεκαθαρίζει ότι τον ενδιαφέρει η ανατροπή της κοινωνίας του θεάματος και ο ίδιος είχε την ευκαιρία να το επιχειρήσει: Συμμετείχε τόσο στις καταλήψεις των πανεπιστημίων όσο και στις μαραθώνιες συνελεύσεις των εξεγερμένων φοιτητών στα αμφιθέατρα της οργής, στο Παρίσι το 1968. Απορρίπτει όμως καθεμία από τις (τότε) διαθέσιμες ιδεολογίες, διότι, όπως υποστηρίζει «καμία ιδέα δεν μπορεί να οδηγήσει πέρα από το υπάρχον θέαμα, αλλά μόνον πέρα από τις υπάρχουσες ιδέες για το θέαμα».
  Ο αναγνώστης του Διάστιχου δε θα πρέπει να ξεχνάει ασφαλώς ότι ο Γκι Ντεμπόρ ήταν πρωτίστως καλλιτέχνης, σκηνοθέτης, μάλιστα οι απόψεις του για την τέχνη και τον ρόλο της μέσα στην εξουσιαστική κοινωνία του θεάματος είναι συχνά γνωστότερες από τις κοινωνικοπολιτικές θέσεις του κι έχουν επηρεάσει πολλές και διαφορετικές καλλιτεχνικές συλλογικότητες και ρεύματα, όπως π.χ. το βρετανικό punk.
  Ο Ντεμπόρ πίστεψε στον ντανταϊσμό και τον σουρεαλισμό ως την «τελευταία επίθεση του επαναστατικού προλεταριακού κινήματος» και κήρυξε με πάθος –και προσωπικό κόστος, για να μην ξεχνιόμαστε– ότι η κατάργηση και η πραγμάτωση της τέχνης είναι αδιαχώριστες πλευρές της ίδιας της υπέρβασης της τέχνης.
                                                          Θανάσης Αντωνίου -από το http://diastixo.gr
Η κοινωνία του θεάματος- Guy Debord
Μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
εκδόσεις Μεταίχμιο

pics'credit; Εοellas

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου