Για τον Κρις Κορνέλ που γνώρισα μια μέρα στο Λαγονήσι
από το Θανάση Αντωνίου
Πριν από ακριβώς δέκα χρόνια, τέλη Μαΐου του 2007, μια φίλη και συνάδελφος δημοσιογράφος, μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι το περιοδικό στο οποίο εργαζόταν, ένα από τα γκλαμουράτα lifestyle έντυπα της εποχής εκείνης, της είχε ζητήσει μια συνέντευξη με τον Κρις Κορνέλ των Soundgarden και των Audioslave, η οποία θα συνοδευόταν και με μια φωτογράφιση. «Θέλεις να πάμε μαζί;» με ρώτησε… Άκου ερωτήσεις…
Λίγες ημέρες αργότερα, κάποιοι φίλοι από τη Νέα Σμύρνη ξεκινήσαμε
με το αυτοκίνητο του ενός για το ξενοδοχείο που είχε καταλύσει οικογενειακώς ο Κορνέλ, λίγα χιλιόμετρα έξω από την Αθήνα. Φτάσαμε στην ώρα μας, νωρίς το μεσημέρι μιας πολύ καυτής, ηλιόλουστης ημέρας, και την πέσαμε στους καναπέδες και τις πολυθρόνες του ξενοδοχείου- πολύ κυριλέ φάση.
Περιμέναμε δύο ώρες, κάποια στιγμή απελπιστήκαμε, μέχρι που η φίλη μου – η οποία ήταν εκεί από το πρωί- εμφανίστηκε και μας οδήγησε, μέσα από συγκροτήματα μπανγκαλόου, λιθόστρωτα σοκάκια, πισίνες και σκάλες, στη σουίτα του Κορνέλ. Μπήκε μέσα κι εμείς περιμέναμε για αρκετή ώρα απ’ έξω. Κάποια στιγμή, η πόρτα άνοιξε, πρόβαλε το κεφάλι της φίλης μου και μας ζήτησε να περάσουμε μέσα.
Μας υποδέχτηκε μια μελαχρινή, μικροκαμωμένη αλλά απίστευτα σέξι μεγαλοκοπέλα, η ελληνικής καταγωγής γυναίκα του, η οποία μας υπενθύμισε, με μια έντονη δόση αυστηρότητας στο ύφος της, να είμαστε σύντομοι διότι θα ακολουθούσε φωτογράφιση. Περάσαμε στο εσωτερικό της σουίτας με τη μικρή αυλή και τη θέα στο Σαρωνικό και πριν προλάβουμε να ακροβολιστούμε στο χώρο, ξεπρόβαλε από τα ενδότερα ο Κορνέλ.
Γυμνός από τη μέση και πάνω, με ένα όμορφο σαλβάρι, ξυπόλυτος, φρέσκος από ύπνο, μας ζήτησε να σερβιριστούμε μόνοι μας από ένα μεγάλο τραπέζι με χυμούς και αναψυκτικά, φρούτα και γλυκά- καθόλου αλκοόλ. Ήταν όμορφος και χαμογελαστός. Τα υπέροχα μάτια του λαμπύριζαν στο δυνατό αττικό ήλιο που τώρα χτύπαγε πλάγια το ξενοδοχείο.
Αράξαμε σε ένα καναπέ, άλλοι πιάσαμε καρέκλες τριγύρω κι αρχίσαμε να συζητάμε. Ορισμένοι είχαν φέρει δίσκους των Soundgarden τους οποίους υπέγραφε αδιαμαρτύρητα, ρώτησε που βρήκαμε ένα single σε χρωματιστό βινύλιο - ιαπωνική κόπια- που όπως δήλωσε δεν το είχε, ρωτούσε να μάθει ποια ήταν τα αγαπημένα μας τραγούδια και ποιες μπάντες γουστάραμε και γενικά η ατμόσφαιρα ήταν πολύ χαλαρή. Κοιτούσα, μια την παρέα και τον Κορνέλ και μια τη γαλήνια θάλασσα που απλωνόταν μπροστά μας και μακάριζα τον εαυτό μου που είχε τέτοια τύχη: παρεούλα με έναν από τους κορυφαίους τραγουδιστές του αμερικανικού ροκ, με την οικογένειά του, σε ένα κλίμα που δεν είχε καμία σχέση με παρασκήνια και θόρυβο, ιδρωμένα κορμιά, νύχτα, φώτα, τσιγάρα και αλκοόλια…
Η ώρα πέρασε γρήγορα και η μικροκαμωμένη σύζυγός του ήρθε να μας διακόψει. Δεν τα κατάφερε με την πρώτη, καθώς εμείς θέλαμε να το ζήσουμε όλο το σκηνικό: υπογραφές, ιστοριούλες, φωτογραφίες, χαιρετούρες και δεν συμμαζεύεται, ενώ κι ο Κορνέλ έδειχνε να απολαμβάνει αυτή την περίσσια εκδήλωση λατρείας από τους ανώνυμους Έλληνες φίλους του. «Θα πάω στα νησιά» μας είπε, «Θα πάρω σπίτι για να έρχομαι συχνά εδώ» μας εξομολογήθηκε.
Κάποια στιγμή είδαμε να μπαίνει στη σουίτα το συνεργείο του περιοδικού για τη φωτογράφιση, κάτι μακιγιέρ, κάτι φωτογράφοι, διάφοροι. Ξέραμε πως έπρεπε να την κάνουμε, αν και ο δικός μας δεν έδειχνε σημάδια κούρασης ή δυσφορίας- το αντίθετο θα έλεγα.
Μας έβγαλαν έξω με το ζόρι τελικά κι ενώ η φωτογράφιση ήταν ήδη σε εξέλιξη. Εκεί στα σκαλάκια, την ώρα που ο φωτογράφος του περιοδικού, του ζητούσε διάφορα και η γυναίκα του τριβόταν πάνω του σαν γατούλα παίρνοντας τις πιο απίθανες πόζες , του φώναξα: «Γεια σου Κρις. Σε ευχαριστούμε και θα τα ξαναπούμε». Γύρισε και με κοίταξε με εκείνο το γλυκό, ζεστό βλέμμα που τον γνωρίσαμε.
Όταν φεύγαμε, ο ήλιος έπεφτε πίσω από τα βουνά της Πελοποννήσου και είχε βάψει με αποχρώσεις του κόκκινου και του πορτοκαλί όλη την Αττική.
Rest in peace…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου